Η Ιστορία είναι ένα περίεργο πράγμα, καθώς παρά τις τόσες καταγραφές και τα αμέτρητα ευρήματα, για πολύ λίγα πράγματα του παρελθόντος είμαστε πραγματικά σίγουροι.
Κι έτσι υπάρχει άπλετος χώρος για ταλαντούχους παραχαράκτες και φωτισμένους απατεώνες να ντροπιάσουν ιστορικούς, αρχαιολόγους, ερευνητές και ειδικούς, βάζοντας λες την επιστήμη στη θέση της!
Κι ενώ οι περισσότερες παραχαράξεις αποκαλύπτονται αργά ή γρήγορα, υπάρχουν και κάποιες που κοστίζουν πολύ, είτε σε οικονομικούς πόρους είτε σε όρους αναχώματος στην προαγωγή της αρχαιολογικής μελέτης…
Οι Πλάκες Κίντερχουκ
Όταν ο ιδρυτής του μορμονισμού Τζόζεφ Σμιθ ισχυρίστηκε ότι κατάφερε να αποκωδικοποιήσει τη βάση της θρησκείας των Μορμόνων μέσα από τη μυστηριώδη εμφάνιση –και εξαφάνιση αμέσως μετά!– μιας σειράς χρυσών πλακών, πολλοί δεν πίστεψαν τα λεγόμενά του. Κι έτσι το 1843 μια ομάδα ερευνητών που θέλησαν να τον ξεμπροστιάσουν αποφάσισαν να φτιάξουν τις δικές τους πλάκες, ώστε να φανεί η απάτη του Σμιθ. Μέχρι και σήμερα, κανείς δεν μπορεί να αποτιμήσει αν δούλεψε το πράγμα ή όχι!
Οι Πλάκες Κίντερχουκ ήταν λοιπόν μια σειρά από έξι πλακέτες με μια μυστηριώδη γραφή πάνω τους που πήραν το όνομά τους από το σημείο που είχαν υποτίθεται ανασυρθεί, το Κίντερχουκ του Ιλινόις των ΗΠΑ. Η ομάδα δήλωσε πως εντοπίστηκαν δίπλα στον σκελετό ενός γίγαντα, ο οποίος τις κρατούσε αγκαλιά στο στέρνο του. Επόμενο ήταν λοιπόν να καλέσουν τον Τζόζεφ Σμιθ να τις διαβάσει, καθώς ήξερε τη μυστική γραφή των Μορμόνων καλύτερα από τον καθένα. Ο ιεράρχης κατάφερε φυσικά να τις διαβάσει, όταν και πήραν τα πράγματα μια αναπάντεχη τροπή. Ο Σμιθ χρησιμοποίησε τις πλάκες για να εγκαθιδρύσει περαιτέρω το δόγμα του και οι πιστοί Μορμόνοι τις θεώρησαν θεόσταλτο σημάδι για την εγκαθίδρυση της θρησκείας τους. Παρά το γεγονός ότι οι παραχαράκτες ομολόγησαν αργότερα το κατόρθωμά τους, κανείς δεν τους πίστευε τώρα, θεωρώντας πως ήταν άλλη μια στοχευμένη επίθεση στον μορμονισμό!
Το πράγμα πήρε τέτοιες διαστάσεις που το 1980 η μόνη εναπομείνασα πλάκα υποβλήθηκε σε επιστημονική ανάλυση και αποδείχτηκε τελικά ότι είχε φτιαχτεί τον 19ο αιώνα, δεν θα μπορούσε έτσι να είναι πανάρχαια. Ο τότε θρησκευτικός ηγέτης των Μορμόνων, Γουίλιαμ Κλέιτον, είχε τώρα ένα πρόβλημα στα χέρια του, καθώς από τα δικά του γραπτά είχε γίνει γνωστό ότι ο Σμιθ είχε διαβάσει τις ιδρυτικές πλάκες του μορμονισμού, τόσο τις πρώτες όσο και τις πλαστές. Όταν αποκαλύφθηκε λοιπόν ότι ήταν ψεύτικες, οι μελετητές του μορμονισμού δεν είδαν κανένα πρόβλημα σε αυτό, υποθέτοντας απλώς ότι ο Κλέιτον είχε παρερμηνεύσει τα λόγια του Σμιθ ή τα κατέγραψε λάθος. Με τα χρόνια η ιστορία άλλαξε ελαφρώς και σήμερα η επίσημη θέση των Μορμόνων είναι ότι ο Σμιθ ποτέ δεν αποπειράθηκε να τις διαβάσει, μιας και κατάλαβε από την πρώτη στιγμή ότι ήταν πλαστές…
Ο Γίγαντας του Κάρντιφ
Ο Τζορτζ Χαλ ήταν ο «εγκέφαλος» πίσω από τον Γίγαντα του Κάρντιφ, της απίστευτης πραγματικά ιστορίας που συγκλόνισε τον κόσμο της αρχαιολογίας. Όλα ξεκίνησαν όταν δύο εργάτες που έσκαβαν ένα πηγάδι στο Κάρντιφ της Νέας Υόρκης εντόπισαν την κολοσσιαία πέτρινη ανθρώπινη φιγούρα, η οποία έγινε αμέσως παγκόσμια είδηση.
Το απολιθωμένο σώμα του αρχαίου γίγαντα ήταν ωστόσο δουλειά του καπνοπαραγωγού Τζορτζ Χαλ, ο οποίος έστησε αμέσως ένα αντίσκηνο στο χωράφι και χρέωνε εισιτήριο στις ορδές των ανθρώπων και των ερευνητών που συνέρρεαν να τον θαυμάσουν. Αφού δούλεψε μια φορά γιατί να μην ξαναδουλέψει, σκέφτηκε ο Χαλ και έστησε ξανά μια τέτοια κομπίνα το 1877 στο Κολοράντο: τώρα ο γίγαντάς του ήταν καμωμένος από πηλό και γύψο και ο δαιμόνιος Χαλ πρόσθεσε στα ευρήματα και μια ουρά πιθήκου, κάνοντας τον καινούριο γίγαντά του να φαντάζει και χαμένος κρίκος στην αλυσίδα της εξέλιξης!
Αυτή τη φορά βέβαια οι άνθρωποι αντιμετώπισαν με καχυποψία το νέο εύρημα, ιδιαίτερα όταν είδαν ότι στο πεδίο της ανασκαφής δεν υπήρχαν ίχνη σκαψίματος! Παρά ταύτα, το εύρημα μεταφέρθηκε στο Μουσείο Ανατομίας του διαβόητου Μπάρναμ στη Νέα Υόρκη, καθώς ήταν αυτός που είχε χρηματοδοτήσει την όλη ιστορία. Κι ενώ οι περισσότεροι ήξεραν πια ότι ο γίγαντας ήταν πλαστός, ο κόσμος συνέχισε να συρρέει στο ανατρεπτικό μουσείο με τα αξιοπερίεργα για να τον θαυμάσει…
Τα Κρυστάλλινα Κρανία
Ο θρύλος των Κρυστάλλινων Κρανίων παραείναι γνωστός και παλιός για να περιγραφεί, καθώς ακόμα και ο Ιντιάνα Τζόουνς τα έψαχνε στη σχετική περιπέτειά του («Ο Ιντιάνα Τζόουνς και το Βασίλειο του Κρυστάλλινου Κρανίου»). Κι όμως, υπάρχει ένας άνθρωπος που έβγαλε πολλά από την πώλησή τους!
Ο Ευγένιος Μπομπάν ήταν ένας Γάλλος που πέρασε περισσότερα από 20 χρόνια στο Μεξικό, πριν επιστρέψει στη γενέτειρά του με έναν θησαυρό στις βαλίτσες του. Ο παλαιοπώλης μάζευε εδώ και χρόνια προκολομβιανά κειμήλια από το Μεξικό και τα πουλούσε στα μουσεία του Παρισιού και η επιχείρησή του στην Πόλη του Μεξικού ήταν ήδη θρυλική στην κατηγορία της. Δεν ήταν φυσικά κάνας τυχαίος, καθώς γνώριζε από πρώτο χέρι να διακρίνει το πλαστό από το αυθεντικό και όλα τα μουσεία τον εμπιστεύονταν, καθώς στους καταλόγους του φιγούραραν ακόμα και αντικείμενα με τον χαρακτηρισμό «Προσοχή: πλαστό», τα οποία έστελνε στους ειδικούς της Γαλλίας ώστε να αποκαλυφθούν οι παραχαράκτες.
Κάποια στιγμή κυκλοφόρησε έναν νέο κατάλογο ευρημάτων, στον οποίο φιγούραρε ένα μεγάλο κρυστάλλινο κρανίο, που ήταν φυσικά το πολυτιμότερο εύρημα που είχε πέσει ποτέ στα χέρια του. Παρά τις διακηρύξεις των ειδικών της οικουμένης ότι τα εν λόγω κρανία των Μάγια ήταν απλός θρύλος και την εκτίμηση του Αρχαιολογικού Μουσείου του Μεξικού ότι τα κειμήλια ήταν πλαστά, πολλά μουσεία ενδιαφέρθηκαν να τα εντάξουν στη συλλογή τους και την ώρα που μαινόταν ο πόλεμος των ειδικών, το μεγάλο κρυστάλλινο κρανίο βρέθηκε μαγικά στο Βρετανικό Μουσείο!
Η υπόθεση, παρά τις αρχικές τυμπανοκρουσίες, βγήκε κάποια στιγμή από τα φώτα της δημοσιότητας, όταν και έπεσαν στα χέρια του Μπομπάν μια σειρά ακόμα από μικρότερα κρανία, καθώς πολλά μουσεία καρδιοχτυπούσαν να τα εντάξουν στη συλλογή τους (ακόμα και το Σμιθσόνιαν!). Η ανοιχτή ακόμα υπόθεση παραμένει η πιο αμφιλεγόμενη και πολύκροτη ιστορία με εύρημα που έχει προέλθει από την Κεντρική Αμερική…
Τα Μολυβδόβιβλα του Σακρομόντε
Μεταξύ Μαρτίου 1588 και Απριλίου 1595, 22 μολύβδινες πινακίδες ανασύρθηκαν από τους λόφους που περιβάλλουν τη Γρανάδα της Ισπανίας. Γραμμένες σε αραβική διάλεκτο, οι πλάκες περιείχαν επικές ιστορίες του χριστιανικού πολιτισμού, περιλαμβανομένης μιας επιστολής του προστάτη αγίου της Γρανάδα και αρκετών προφητειών του Ιωάννη του Βαπτιστή! Σύμφωνα με τις γραφές, ο άγιος τις είχε μεταφέρει στη Γρανάδα πριν μαρτυρήσει.
Οι πινακίδες εκτέθηκαν αμέσως σε προσκύνημα, αν και από την πρώτη στιγμή πολλοί αμφισβητούσαν την αυθεντικότητά τους. Παρά τη διαμάχη, τα Μολυβδόβιβλα του Σακρομόντε παρέμεναν στη Γρανάδα ανεξέταστα για 150 χρόνια, πριν αποσταλούν τελικά στη Ρώμη με εντολή του Πάπα ώστε να μελετηθούν. Το Βατικανό τα αποκήρυξε ως πλαστά το 1682 και τα παράτησε στα υπόγειά του, όπου και παρέμειναν μέχρι το 1999. Την επόμενη χρονιά επιστράφηκαν στη Γρανάδα και το μυστήριο αναβίωσε από κει που είχε σταματήσει.
Μπορεί σήμερα να είναι γενικά αποδεκτό ότι οι μολύβδινες πινακίδες δεν έχουν θρησκευτική αξία, είναι ωστόσο αναντίρρητο ότι συνέβαλαν τα μέγιστα στη χριστιανική κληρονομιά της Γρανάδα και της Ισπανίας γενικότερα, γι’ αυτό και πολλοί άρχισαν να ψάχνουν τον ιστορικό παραχαράκτη. Η επικρατούσα θεωρία είναι ότι πρέπει να είναι δουλειά των Μορίσκος, του μουσουλμανικού στοιχείου της Ισπανίας που είχε αρχίσει να προσηλυτίζεται στον χριστιανισμό ή να εκδιώχνεται βιαίως. Χαρακτηριστικό είναι εδώ το γεγονός ότι οι γραφές περιέχουν μια σκόπιμη ασάφεια ώστε να τις κάνει αποδεκτές και από τις δύο θρησκείες, θέλοντας προφανώς να γεφυρώσουν τα θρησκειολογικά χάσματα ισλαμισμού και χριστιανισμού. Οι περίεργες μολύβδινες πλάκες φυλάσσονται στο Αβαείο του Σακρομόντε στη Γρανάδα…
Το πλαστό Δευτερονόμιο
Ο Μόουζες Σαπίρα ήταν ένας αξιοσέβαστος παλαιοπώλης που όργωνε τον κόσμο ψάχνοντας για αρχαιότητες, τις οποίες διέθετε κατόπιν στα μεγαλύτερα μουσεία της Αγγλίας και της Γερμανίας. Μέχρι το 1883, ήταν ο βασικός προμηθευτής του Βρετανικού Μουσείου, καθώς είχε τον τρόπο του να ξετρυπώνει ανεκτίμητης αξίας κειμήλια και χειρόγραφα. Τον Ιούλιο ωστόσο της ίδιας χρονιάς θα ξεκινούσε μια μυστήρια ιστορία που θα κατέληγε σε αυτοκτονία και ακόμα μεγαλύτερο μυστήριο.
Ο Σαπίρα έφερε λοιπόν στους ειδικούς του Βρετανικού Μουσείου ένα χειρόγραφο που ισχυριζόταν ότι ήταν μια παντελώς άγνωστη εκδοχή του Δευτερονομίου. Ο πάπυρος αποτελούνταν από 15 τμήματα που έλεγαν μια ιστορία τελείως διαφορετικά από την καθιερωμένη. Οι ειδικοί το χαρακτήρισαν τελικά πλαστογράφημα, κατηγορώντας τον Σαπίρα για παραχάραξη τη περγαμηνής. Ο έμπορος, με την υπόληψή του κηλιδωμένη, κατηγόρησε το Βρετανικό Μουσείο για την αμαύρωση της φήμης του και αυτοκτόνησε έξι μήνες αργότερα. Όσο για το χειρόγραφο, που πουλούσε ο Σαπίρα έναντι 1 εκατ. λιρών, βγήκε σε δημοπρασία και αγοράστηκε για μερικές λίρες.
Ο Σαπίρα είχε ισχυριστεί ότι αγόρασε το χειρόγραφο από Βεδουίνους το 1878, όταν και θεωρήθηκε απίθανο να έζησε μια περγαμηνή τόσο πολύ μέσα στο καυτό κλίμα της ερήμου, αν και τα ευρήματα των Παπύρων της Νεκράς Θάλασσας απέδειξαν το ακριβώς αντίθετο. Τότε ήταν που πολλοί προσπάθησαν να μελετήσουν την περγαμηνή, ιδιαίτερα όταν αποδείχτηκε ότι ο επικεφαλής των ειδικών του Βρετανικού Μουσείου ήταν απατεώνας μέγιστος, αν και αυτή εξαφανίστηκε μαγικά. Η υπόθεση του εμπόρου αρχαιοτήτων και του πλαστογραφήματος τάραξε τα νερά της παγκόσμιας μουσειολογικής κοινότητας, καθώς πάμπολλα μουσεία είχαν αγορασμένα από αυτόν κειμήλια, όπως το Μουσείο του Βερολίνου που είχε αποκτήσει από τα ταξίδια του όχι λιγότερα από 1.700 κειμήλια, τα οποία αποδείχτηκαν τελικά πλαστά!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου