Πάνω από ένας στους τρεις Έλληνες κοντά στο όριο της φτώχειας, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat για το 2013
Πάνω από ένας στους τρεις Έλληνες (35,7%) ζει κοντά στο όριο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, το δε 23% ζει με πενιχρό εισόδημα, ακόμα και μετά τις μεταβιβάσεις των κοινωνικών επιδομάτων, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για το 2013, που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα.
Τα ποσοστά αυτά κατατάσσουν την Ελλάδα στις χώρες της ΕΕ με το υψηλότερο ποσοστό πληθυσμού κοντά στο όριο της φτώχειας, μετά τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία.
Σύμφωνα με τη Eurostat, άτομα κοντά στο όριο της φτώχειας θεωρούνται εκείνα που ζουν σε νοικοκυριά με διαθέσιμο εισόδημα κάτω του 60% του εθνικού μέσου διαθέσιμου εισοδήματος (μετά τις μεταβιβάσεις των κοινωνικών επιδομάτων), ή που αδυνατούν να καλύψουν σημαντικά αγαθά, ή που ζουν σε νοικοκυριά χαμηλής εντάσεως εργασίας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το 2013, στην Ελλάδα ζούσαν 3,9 εκατομμύρια άνθρωποι κοντά στο όριο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, ή το 35,7% του πληθυσμού, έναντι 28,1% το 2008.
Την ίδια χρονιά στην ΕΕ, 120 εκατομμύρια άνθρωποι ζούσαν κοντά στο όριο της φτώχειας, ή το 24,5% του πληθυσμού, έναντι 23,8% το 2008.
Τα υψηλότερα ποσοστά πληθυσμού που ζουν κοντά στο όριο της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού καταγράφηκαν στη Βουλγαρία (48%), στη Ρουμανία (40%), στην Ελλάδα (35,7%), στη Λετονία (35%) και στην Ουγγαρία (33%).
Αντιθέτως, τα χαμηλότερα ποσοστά πολιτών που ζουν στο όριο της φτώχειας καταγράφονται στην Τσεχία (14,6%), στην Ολλανδία (15,9%), στη Φινλανδία (16%) και στη Σουηδία (16,4%).
Εξάλλου, το 16,7% του πληθυσμού της ΕΕ ζούσε με πενιχρό εισόδημα, μετά τις μεταβιβάσεις των κοινωνικών επιδομάτων. Τα υψηλότερα ποσοστά πληθυσμού με πενιχρό εισόδημα καταγράφηκαν στην Ελλάδα (23,1%), στη Ρουμανία (22,4%), στη Βουλγαρία (21%), στη Λιθουανία (20,6%) και στην Ισπανία (20,4%) και τα χαμηλότερα καταγράφηκαν στην Τσεχία (8,6%) και στην Ολλανδία (10,4%).
Σε ό,τι αφορά το ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού που αδυνατεί να καλύψει σημαντικά υλικά αγαθά, το 2013 ανήλθε σε 20,3%, έναντι 9,6% στην ΕΕ. Ο συγκεκριμένος δείκτης παρουσιάζει μεγάλη διακύμανση στην ΕΕ, ξεκινώντας από 1,4% στη Σουηδία και 1,8% στο Λουξεμβούργο και φτάνοντας στο 43% στη Βουλγαρία.
Σημειώνεται ότι άτομα που αδυνατούν να καλύψουν σημαντικά υλικά αγαθά θεωρούνται εκείνα τα οποία αδυνατούν να καλύψουν τέσσερα από τα ακόλουθα εννέα αγαθά: 1) ενοίκιο, ή εξόφληση δανείου 2) θέρμανση 3) απρόοπτα έξοδα 4) διατροφή με κρέας ή ψάρι κάθε δύο ημέρες 5) διακοπές εκτός οικίας για μία εβδομάδα 6) αυτοκίνητο 7) πλυντήριο ρούχων 8) έγχρωμη τηλεόραση 9) τηλέφωνο.
Τέλος, το υψηλότερο ποσοστό πληθυσμού που ζει σε νοικοκυριά χαμηλής εντάσεως εργασίας στην ΕΕ, καταγράφεται το 2013 στην Ελλάδα με 18,2%, έναντι 10,7% στην ΕΕ. Μετά την Ελλάδα ακολουθούν η Κροατία (16%) και η Ισπανία (15,7%).
Πάνω από ένας στους τρεις Έλληνες (35,7%) ζει κοντά στο όριο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, το δε 23% ζει με πενιχρό εισόδημα, ακόμα και μετά τις μεταβιβάσεις των κοινωνικών επιδομάτων, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για το 2013, που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα.
Τα ποσοστά αυτά κατατάσσουν την Ελλάδα στις χώρες της ΕΕ με το υψηλότερο ποσοστό πληθυσμού κοντά στο όριο της φτώχειας, μετά τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία.
Σύμφωνα με τη Eurostat, άτομα κοντά στο όριο της φτώχειας θεωρούνται εκείνα που ζουν σε νοικοκυριά με διαθέσιμο εισόδημα κάτω του 60% του εθνικού μέσου διαθέσιμου εισοδήματος (μετά τις μεταβιβάσεις των κοινωνικών επιδομάτων), ή που αδυνατούν να καλύψουν σημαντικά αγαθά, ή που ζουν σε νοικοκυριά χαμηλής εντάσεως εργασίας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το 2013, στην Ελλάδα ζούσαν 3,9 εκατομμύρια άνθρωποι κοντά στο όριο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, ή το 35,7% του πληθυσμού, έναντι 28,1% το 2008.
Την ίδια χρονιά στην ΕΕ, 120 εκατομμύρια άνθρωποι ζούσαν κοντά στο όριο της φτώχειας, ή το 24,5% του πληθυσμού, έναντι 23,8% το 2008.
Τα υψηλότερα ποσοστά πληθυσμού που ζουν κοντά στο όριο της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού καταγράφηκαν στη Βουλγαρία (48%), στη Ρουμανία (40%), στην Ελλάδα (35,7%), στη Λετονία (35%) και στην Ουγγαρία (33%).
Αντιθέτως, τα χαμηλότερα ποσοστά πολιτών που ζουν στο όριο της φτώχειας καταγράφονται στην Τσεχία (14,6%), στην Ολλανδία (15,9%), στη Φινλανδία (16%) και στη Σουηδία (16,4%).
Εξάλλου, το 16,7% του πληθυσμού της ΕΕ ζούσε με πενιχρό εισόδημα, μετά τις μεταβιβάσεις των κοινωνικών επιδομάτων. Τα υψηλότερα ποσοστά πληθυσμού με πενιχρό εισόδημα καταγράφηκαν στην Ελλάδα (23,1%), στη Ρουμανία (22,4%), στη Βουλγαρία (21%), στη Λιθουανία (20,6%) και στην Ισπανία (20,4%) και τα χαμηλότερα καταγράφηκαν στην Τσεχία (8,6%) και στην Ολλανδία (10,4%).
Σε ό,τι αφορά το ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού που αδυνατεί να καλύψει σημαντικά υλικά αγαθά, το 2013 ανήλθε σε 20,3%, έναντι 9,6% στην ΕΕ. Ο συγκεκριμένος δείκτης παρουσιάζει μεγάλη διακύμανση στην ΕΕ, ξεκινώντας από 1,4% στη Σουηδία και 1,8% στο Λουξεμβούργο και φτάνοντας στο 43% στη Βουλγαρία.
Σημειώνεται ότι άτομα που αδυνατούν να καλύψουν σημαντικά υλικά αγαθά θεωρούνται εκείνα τα οποία αδυνατούν να καλύψουν τέσσερα από τα ακόλουθα εννέα αγαθά: 1) ενοίκιο, ή εξόφληση δανείου 2) θέρμανση 3) απρόοπτα έξοδα 4) διατροφή με κρέας ή ψάρι κάθε δύο ημέρες 5) διακοπές εκτός οικίας για μία εβδομάδα 6) αυτοκίνητο 7) πλυντήριο ρούχων 8) έγχρωμη τηλεόραση 9) τηλέφωνο.
Τέλος, το υψηλότερο ποσοστό πληθυσμού που ζει σε νοικοκυριά χαμηλής εντάσεως εργασίας στην ΕΕ, καταγράφεται το 2013 στην Ελλάδα με 18,2%, έναντι 10,7% στην ΕΕ. Μετά την Ελλάδα ακολουθούν η Κροατία (16%) και η Ισπανία (15,7%).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου